Στα τελευταία κρίσιμα 24ωρα που περνάει η χώρα, θα πρέπει να τονιστεί πως ΕΝΑΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ είναι ορατός, ιδιαίτερα αυτή τη χρονική περίοδο. Η ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ, είναι ένα όπλο που χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, για να παραχθούν συγκεκριμένα (πάντα καταστρεπτικά) αποτελέσματα.
Τα τελευταία στοιχεία που έχουν προκύψει κατά τις προηγούμενες ημέρες, και τα οποία συνιστούν παράγοντες αυξημένου κινδύνου για να εμπλακεί η χώρα σε πολύ μεγάλες περιπέτειες, έχουν ανησυχήσει τις υπηρεσίες ασφάλειας αλλά και τους πολίτες που μπορούν (ακόμη) να σκέφτονται και να ενεργούν με βάση το λογικό και όχι το θυμικό μέρος του εγκεφάλου τους.
Οι κουκουλοφόροι, που αποδεικνύεται ότι αποτελούνταν από μεγάλους αριθμούς αλλοδαπών, κυρίως Αλβανικής καταγωγής, είναι ένας παράγοντας που τείνει να αποσταθεροποιήσει την εσωτερική ομαλότητα της χώρας, εάν δεν ελεγχθεί και δεν απομονωθούν συγκεκριμένα στοιχεία (πρόσωπα) που συγκεντρώνουν επάνω τους πλήθος στοιχείων παράνομων ανθελληνικών δράσεων. Η μεταχείριση του πλήθους και η μετατροπή του σε όχλο, είναι εφικτά και ποθητά από πράκτορες που δρουν στη χώρα μας και που εργάζονται προς την κατεύθυνση της αποσταθεροποίησης της ειρήνης και της ομαλότητας.
Οι σχέσεις Αλβανών «μεταναστών» που πιθανολογούνται ότι υπάρχουν με τρομοκρατικές οργανώσεις, κάνουν ιδιαίτερα εκρηκτικό το «μείγμα» και αυξάνουν κατά πολύ τις πιθανότητες προβοκατόρικης ενέργειας με σκοπό την επανάληψη των επεισοδίων του Δεκεμβρίου.
Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις και η αρνητική κλιμάκωσή τους, είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να παραβλεφθεί και που δυστυχώς προοιωνίζει συγκρουσιακές καταστάσεις μικρής (μερικών ωρών) ή μεγαλύτερης διάρκειας (μερικών ημερών) με εμπλοκή Ελληνικών στρατιωτικών μονάδων. Η αφορμή μπορεί να δοθεί μετά από μία προβοκατόρικη ενέργεια που μπορεί να πραγματοποιηθεί ιδιαίτερα στην περιοχή της Θράκης, αλλά και των Δωδεκανήσων. Οι δράσεις που αναπτύχθηκαν πρόσφατα στην περιοχή της Θράκης, από ομάδες Τούρκων βουλευτών και τα "ενημερωτικά" ταξίδια που έκαναν, η «υποδομή» που έχει δημιουργηθεί από πράκτορες της Άγκυρας και η μετάθεση του πρώην προξένου της Τουρκίας στο Προξενείο της Κομοτηνής (εμπειρότατος στην διαχείριση -αλλά και στη δημιουργία- κρίσεων και στην δημιουργία εντυπώσεων, πρωτεργάτης του προπαγανδιστικού –και όχι μόνο- έργου μέχρι και την ολοκλήρωση της δημιουργίας του Κοσόβου), δημιουργούν το μαλακό εκείνο υπογάστριο που μπορεί να υποδεχθεί, να ανεχθεί, να σχεδιάσει και να ολοκληρώσει μία ακραία προβοκατόρικη ενέργεια, εκτελεσμένη από ειδικά εκπαιδευμένους πράκτορες της ΜΙΤ.
Σε κάθε περίπτωση, η προβοκάτσια, που αναμένεται και που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθεί, θα επιδιωχθεί να είναι δολοφονικού χαρακτήρα, προκειμένου να οδηγήσει σε μεγαλύτερη έκρηξη, αλλά και σε «δικαιολογημένη» σύγκρουση.
Είτε η προβοκατόρικη ενέργεια γίνει μέσα στην Αθήνα (από τους αλλοδαπούς), δημιουργώντας μία χαοτική και επικίνδυνη για την εσωτερική ασφάλεια της χώρας κατάσταση (δημιουργώντας παράλληλα πολύ καλές προϋποθέσεις στην Τουρκία για να εκμεταλλευτεί την «κατάσταση»), είτε στην περιφέρεια για να την εκμεταλλευτεί καταλλήλως το στρατιωτικό κατεστημένο (αλλά και ο ίδιος ο Ερντογάν) και να περάσει σε «δράση» εναντίον της Ελλάδας, μόνο σε δύσκολη θέση θα φέρει την Ελλάδα, η οποία θα πρέπει να αποδείξει την αθωότητά της εν μέσω τραγικών εξελίξεων...
Η προβοκάτσια, είναι αυτή τη στιγμή ο υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνος που υπάρχει για την χώρα και που απειλεί την ειρηνική διαβίωση των Ελλήνων πολιτών.Η ειρήνη και η ομαλότητα, είναι χρέος του κάθε πολίτη και πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού μέχρις ότου μπορέσουμε ως κράτος να αντιπαρέλθουμε την δύσκολη (συγκυριακά;) χρονική στιγμή.
Προβοκάτορες υπήρξαν πολλές φορές στην ιστορία του ανθρώπου, ελπίδα του ιστολογίου είναι να μην μπορέσουν να ενεργήσουν εις βάρος της Ελλάδας.
Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009
Αυτή τη στιγμή ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η προβοκάτσια
Αεροδιάδρομοι στο Αιγαίο
Ένας από τους λιγότερο γνωστούς 'πολέμους' συμφερόντων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εστιάζεται στους διεθνείς αεροδιαδρόμους στο χώρο του Αιγαίου και κυρίως όσοι περνούν από την περιοχή της Λήμνου. Η Τουρκία πάντα θεωρούσε την περιοχή χώρο ασκήσεων και πάντα προσπαθούσε να αποκλείει την ελληνική πλευρά από το να χρησιμοποιεί στρατιωτικά το νησί, υποστηρίζοντας ότι διεθνείς συνθήκες προβλέπουν την αποστρατικοποίησή της (βλέπε και "Γκρίζες Ζώνες"). Το ίδιο προσπαθεί να κάνει σε κάθε ευκαιρία στα πλαίσια των ασκήσεων του ΝΑΤΟ, επιτυγχάνοντας την εξαίρεση της νήσου από αυτές, ενώ μόνιμο σημείο τριβής είναι η διευθέτηση των αεροδιαδρόμων.
Tον Ιούλιο του 1981, ο ICAO ζήτησε από Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία την μετατόπιση του αεροδιάδρομου G-18 ανατολικότερα, για λόγους ασφάλειας των αεροσκαφών. Η νέα θέση του αεροδιαδρόμου βρισκόταν πάνω από την Λήμνο, εμποδίζοντας σημαντικά τις τουρκικές ασκήσεις στο Βόρειο Αιγαίο. Η Τουρκία με το αιτιολογικό την συντόμευση κατά 50 ναυτικών μιλίων της διαδρομής του G-18, πρότεινε στον ICAO, ο οποίος και αποδέχθηκε, την παράκαμψη της Λήμνου και την δημιουργία του νέου αεροδιάδρομου.
Η Ελλάδα αντέδρασε γρήγορα ζητώντας την κατ' εξαίρεση χρήση του παλιού G-18 για την εξυπηρέτηση των αναγκών της. Και αυτό το αίτημα έγινε δεκτό από τον ICAO και καθώς ο νέος αεροδιάδρομος (J-60) θεωρήθηκε χρήσιμος, παγιώθηκε. Η Τουρκία προσπάθησε να αντιδράσει απειλώντας την μη αποδοχή των αεροσκαφών που θα προέρχονταν από τον J-60, κάνοντας αυτό για το οποίο κατηγορούσε την ελληνική κυβέρνηση: θεώρησε το FIR Κωνσταντινούπολης, χώρο κυριαρχίας της. Φυσικά ουδέποτε πραγματοποίησε τις απειλές της, υπό την πίεση του ICAO, και ο πολύτιμος J-60 διατηρήθηκε.
Στην Σύνοδο του ICAO τον Ιούνιο του 1986, η Βουλγαρία και η Ρουμανία πρότειναν την δημιουργία ενός νέου αεροδιαδρόμου (του επονομαζόμενου Blue-7 ή B-7), που θα ξεκίναγε από την Σόφια, θα πέρναγε από την Καβάλα, την Λήμνο και θα κατέληγε στην Ρόδο. Το αποτέλεσμα δημιουργίας ενός τέτοιου αεροδιαδρόμου ήταν τεράστιας στρατηγικής σημασίας, γιατί θα δημιουργούσε ένα εναέριο πλέγμα πολιτικών πτήσεων γύρω από την Λήμνο εμποδίζοντας σε τεράστιο βαθμό την πτητική ευχέρεια των τουρκικών μαχητικών σε εκείνη την περιοχή, καθιστώντας την απαγορευτική για ασκήσεις.
Η Τουρκία αντιπρότεινε την δημιουργία του νέου αεροδιαδρόμου μέσω Αλεξανδρούπολης και Σμύρνης, με το αιτιολογικό ότι μειωνόταν η απόσταση για την Μ. Ανατολή. Καθώς όμως δεν εμπλεκόταν το FIR της στον αρχικό αεροδιάδρομο, δεν μπορούσε να κάνει πολλά, έτσι έκανε την πρόταση EIGL. Ήταν ο ίδιος αεροδιάδρομος που πρότειναν η Ρουμανία και η Βουλγαρία, απλά παρακάμπτοντας την Λήμνο και αυξάνοντας την απόσταση της διαδρομής! Η νέα συμφωνία καταργεί τους υπάρχοντες αεροδιάδρομους Κασσάνδρα - Λήμνος (J/UJ-60) και Θεσσαλονίκη - Λήμνος - Χίος - Ρόδος - Λευκωσία (L/UL-609) που λειτουργούσαν από τα 11.000 πόδια και 4.500 πόδια αντίστοιχα, δημιουργώντας δύο νέους. Ο Ν-127 Ροδόπη - Λήμνος - Σμύρνη - Ντάλαμαν από το ύψος των 14.000 ποδιών και άνω και ο Ν-128 Κασσάνδρα - Λήμνος από το ύψος των 13.000 ποδιών και άνω και στη συνέχεια Σμύρνη - Ρόδος από το ύψος των 14.000 ποδιών και άνω.
Το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των μετατροπών δίνει πλέον την ελευθερία στα τουρκικά μαχητικά να κινούνται ανεξέλεγκτα σε ύψη μέχρι και 14.000 πόδια, ενώ μέχρι σήμερα είχαν περιορισμούς μέχρι τα 4.500 και 11.000 πόδια, ανάλογα με τον αεροδιάδρομο. Αυτό επηρεάζει και την διεξαγωγή των ασκήσεων από τουρκικά μαχητικά που πλέον μπορεί να γίνεται σε απόσταση 5,6 μιλίων από τις ακτές της Λήμνου και εντός της τερματικής περιοχής του αεροδρομίου της Λήμνου. Όσον αφορά τα οικονομικά οφέλη, η λογική κίνηση στην οποία έχει καταφύγει παλαιότερα η Ελλάδα θα ήταν η δημιουργία νέων αεροδιαδρόμων παράλληλα με την διατήρηση των παλιών. Με την κατάργηση των παλιών αεροδιαδρόμων το σχετικό όφελος μικραίνει γιατί κάποιοι νέοι αεροδιάδρομοι θα διέρχονται από το FIR Κωνσταντινούπολης, το οποίο σημαίνει κέρδη για την Τουρκία.
Γ.ΑνδρουλάκηςΓκρίζες ζώνες στο Αιγαίο
Η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε περιοχές και νησίδες του Αιγαίου, υποστηρίζοντας ότι οι διεθνείς συνθήκες δεν προσδιορίζουν ελληνική κυριαρχία σε αυτές τις περιπτώσεις. Ο αριθμός των 'αμφισβητούμενων' περιοχών ανέρχεται σήμερα σε περίπου 131 νησιά και νησίδες, ενώ ειδικά για τα Ίμια η γειτονική χώρα υποστηρίζει πλέον με κάθε επισημότητα (ανακοίνωση στην ιστοσελίδα του τουρκικού ΓΕΕΘΑ) την κυριαρχία της θεωρώντας ότι οι Έλληνες ψαράδες παραβιάζουν τα χωρικά ύδατα της γειτονικής χώρας.
Την καινοφανή θεωρία περί "γκρίζων ζωνών" ανέπτυξαν Τούρκοι αξιωματούχοι από τα μέσα της δεκαετίας του '90. Η θεωρία αυτή "επανερμηνείας" των διεθνών Συνθηκών συνίσταται στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε μία σειρά νήσων, νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο. Ειδικότερα, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η ελληνική κυριαρχία εκτείνεται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των Συνθηκών με τις οποίες αυτά τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Το διεθνές νομικό πλαίσιο, ωστόσο, με το οποίο ρυθμίστηκαν τα θέματα κυριαρχίας στην περιοχή μετά τους Παγκοσμίους Πολέμους (Συνθήκες Λωζάνης 1923 και Παρισίων 1947) είναι απολύτως σαφές και αδιαμφισβήτητο. Ειδικότερα το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 προβλέπει τα εξής:
Η ληφθείσα απόφασις της 13ης Φεβρουαρίου 1914 υπό της Συνδιασκέψεως του Λονδίνου εις εκτέλεσιν των άρθρων 5 της Συνθήκης του Λονδίνου της 17/30 Μαϊου 1913 και 15 της Συνθήκης των Αθηνών της 1/14 Νοεμβρίου 1913, η κοινοποιηθείσα εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν τη 13 Φεβρουαρίου 1914 και αφορώσα εις την κυριαρχίαν της Ελλάδος επί των νήσων της Ανατολικής Μεσογείου, εκτός της Ίμβρου, Τενέδου και των Λαγουσών νήσων (Μαυρυών) ιδία των νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας επικυρούται, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρούσης Συνθήκης των συναφών προς τα υπό την κυριαρχίαν της Ιταλίας διατελούσας νήσους, περί ων διαλαμβάνει το άρθρο 15. Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης Συνθήκης, αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλίων της ασιαστικής ακτής, παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν"
Σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης:
Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου"
Περαιτέρω, το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10.12.1947) προβλέπει:
Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λειψών, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον, ως και τας παρακειμένας νησίδας"
Παρά το σαφές και αδιαμφισβήτητο κατά τα ανωτέρω διεθνές νομικό πλαίσιο με το οποίο ρυθμίσθηκαν τα θέματα κυριαρχίας της Ελλάδος στην περιοχή του Αιγαίου, η Τουρκία το αμφισβητεί, προβάλλοντας τελευταία τη θεωρία των "γκρίζων ζωνών". Προφανώς κατ' εφαρμογήν της ανωτέρω "θεωρίας", τουρκικές ακταιωροί συνεχίζουν να παραβιάζουν τα ελληνικά χωρικά ύδατα. Οι Κυβερνήτες των τουρκικών ακταιωρών αρνούνται επί μονίμου βάσεως να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις του ελληνικού Λιμενικού Σώματος και να αποχωρήσουν από την περιοχή, την οποία επιμόνως χαρακτηρίζουν ως "τουρκική επικράτεια".
Γ.ΑνδρουλάκηςΝομικό Καθεστώς Νησιών Αιγαίου
Το στρατιωτικό καθεστώς των ελληνικών νησιών του Αν. Αιγαίου δεν είναι ενιαίο και διέπεται από διαφορετικές Διεθνείς Συμφωνίες: για τα νησιά Λήμνο και Σαμοθράκη από τη Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923, η οποία αντικαταστάθηκε με τη Σύμβαση του Montreux του 1936, για τα νησιά Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο και Ικαρία από τη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης του 1923 και για τα Δωδεκάνησα από τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947.
Η Τουρκία είναι η μόνη χώρα που ζητεί την αποστρατικοποίηση των "νήσων του Ανατολικού Αιγαίου" χωρίς καμία διάκριση, παραβλέποντας σκοπίμως ότι τα ελληνικά αυτά νησιά διέπονται από διαφορετικά καθεστώτα όσον αφορά στους εξοπλισμούς. Eιδικότερα:
Λήμνος και Σαμοθράκη
Η αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης- η οποία μαζί με την αποστρατικοποίηση των Δαρδανελλίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά και του Βοσπόρου, καθώς επίσης και των τουρκικών νησιών Ίμβρου (Gokceada), Τενέδου (Bozcaada) και Λαγουσών (Tavcan), αρχικώς προεβλέπετο από τη Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923 -καταργήθηκε από τη Σύμβαση του Montreux του 1936- η οποία, όπως ρητώς μνημονεύεται στο προοίμιό της αντικατέστησε στο σύνολό της την προαναφερόμενη Σύμβαση της Λωζάννης.
Το δικαίωμα της Ελλάδας να εξοπλίσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία, σύμφωνα και με την επιστολή που απηύθυνε στον έλληνα Πρωθυπουργό στις 6 Μαΐου 1936 ο τότε Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα Roussen Esref, κατόπιν οδηγιών της Κυβέρνησής του. Η Τουρκική Κυβέρνηση επανέλαβε αυτή τη θέση, όταν ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Rustu Aras, απευθυνόμενος προς την Τουρκική Εθνοσυνέλευση με την ευκαιρία της κύρωσης της Συμβάσεως του Montreux, αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας να εγκαταστήσει στρατεύματα στη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, με τις εξής δηλώσεις του: "Οι διατάξεις που αφορούν τις νήσους Λήμνο και Σαμοθράκη, οι οποίες ανήκουν στη γειτονική μας και φιλική χώρα Ελλάδα και είχαν αποστρατικοποιηθεί κατ' εφαρμογήν της Σύμβασης της Λωζάννης του 1923, επίσης καταργήθηκαν με τη νέα Σύμβαση του Montreux και αυτό μας ευχαριστεί ιδιαίτερα".
Μυτιλήνη, Χίος, Σάμος και Ικαρία
Όσον αφορά στα προαναφερόμενα νησιά, πουθενά στη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης δεν προβλέπεται ότι αυτά θα τελούν υπό καθεστώς αποστρατικοποιήσεως. Η Ελληνική Κυβέρνηση αναλαμβάνει μόνον την υποχρέωση, σύμφωνα με το Aρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης, να μην εγκαταστήσει εκεί ναυτικές βάσεις ή οχυρωματικά έργα. Ειδικότερα, το ανωτέρω άρθρο προβλέπει ότι "Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα:
- Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέργερσιν οχυρωματικού τινος έργου
- Θα απαγορευθεί εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοίαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας. Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις, θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοϊαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων
- Αι ελληνικαί στρατιωτικαί δυνάμεις εν ταις ειρημέναις νήσοις θα περιορισθώσι εις τον συνήθη αριθμόν των δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων, οίτινες δύνανται να εκγυμνάζωνται επί τόπου, ως και εις δύναμιν χωροφυλακής και αστυνομίας ανάλογον προς την εφ΄ ολοκλήρου του ελληνικού εδάφους υπάρχουσαν τοιαύτην"
Από την άλλη πλευρά, το ίδιο άρθρο επιτρέπει στην Ελλάδα να διατηρεί συνήθη αριθμό καλουμένων για τη στρατιωτική θητεία στρατιωτών, οι οποίοι δύνανται να εκπαιδεύονται επί τόπου, καθώς επίσης και δυνάμεων Χωροφυλακής και Αστυνομίας. Πέραν των ανωτέρω, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να επισημανθεί ότι η Ελλάδα, όπως οποιαδήποτε χώρα στον κόσμο, δεν παραιτήθηκε ποτέ από το φυσικό της δικαίωμα για άμυνα σε περίπτωση απειλής στρεφομένης κατά των νησιών της ή οποιουδήποτε άλλου μέρους της επικράτειάς της, τη στιγμή, μάλιστα, που υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι, κατά τη δ ιάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η Τουρκία ενεργεί κατά τρόπον ασυνεπή και κατά παράβαση των διατάξεων του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Νησιά Ν.Α. Αιγαίου (Δωδεκάνησα)
Τα Δωδεκάνησα παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα "κατά πλήρη κυριαρχία" από τη Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων, μεταξύ Ιταλίας και Συμμάχων, τον Απρίλιο του 1947. Περαιτέρω, οι διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης προβλέπουν την αποστρατικοποίηση των νήσων αυτών: "Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι". Στα Δωδεκάνησα υφίστανται ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής, οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της C.F.E.. Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα παραβιάζει τις προβλέψεις της Συνθήκης των Παρισίων. Τρεις σημαντικοί παράμετροι θα πρέπει, εν τούτοις, να ληφθούν υπόψη σχετικώς:
- Το γεγονός ότι η Τουρκία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος σε αυτήν τη Συνθήκη, η οποία, επομένως, αποτελεί "res inter alios acta" γι' αυτήν, δηλαδή ζήτημα που αφορά άλλον. Σύμφωνα δε με το άρθρο 34 της Συνθήκης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, "μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες"
- Το γεγονός ότι η επιβολή του καθεστώτος αποστρατικοποίησης στα Δωδεκάνησα έγινε μετά από αποφασιστική παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης και απηχεί τις πολιτικές σκοπιμότητες της Μόσχας εκείνη τη χρονική περίοδο. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι τα καθεστώτα αποστρατικοποίησης έχασαν το λόγο ύπαρξής τους με τη δημιουργία των συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ως ασύμβατα με τη συμμετοχή χωρών σε στρατιωτικούς συνασπισμούς.
Στα πλαίσια αυτά, το καθεστώς της αποστρατικοποίησης έπαψε να εφαρμόζεται για τα ιταλικά νησιά Panteleria, Lampedusa, Lampione και Linosa, καθώς και για τη Δ. Γερμανία από τη μια πλευρά, και τη Βουλγαρία, Ρουμανία, Αν. Γερμανία, Ουγγαρία και Φιλανδία από την άλλη πλευρά. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι κατά την παρούσα περίοδο, που χαρακτηρίζεται από γενική ύφεση, η Τουρκία θα μπορούσε να απαιτεί μονομερή αποστρατικοποίηση στα πλαίσια της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Γ.ΑνδρουλάκηςΈρευνα και Διάσωση στο Αιγαίο
Η έρευνα και διάσωση για αεροπορικά ατυχήματα διέπεται από τη Σύμβαση του Σικάγου και τους Κανονισμούς του ICAO. Η Ελλάδα κατά την υπογραφή της Σύμβασης δήλωσε ότι η περιοχή ευθύνης της για τη ναυτική έρευνα και διάσωση συνέπιπτε με το FIR Αθηνών, όπως άλλωστε είχε ήδη κοινοποιήσει και στον προγενέστερο του ΙΜΟ Διεθνή Διακυβερνητικό Ναυτιλιακό Συμβουλευτικό Οργανισμό ήδη από το 1975. Έτσι, σύμφωνα με το οικείο Παράρτημα (Annex 12) της Σύμβασης του Σικάγου του 1944 για την Πολιτική Αεροπορία (ICAO), η ελληνική περιοχή έρευνας και διάσωσης σε περίπτωση αεροπορικού ατυχήματος (SAR) συμπίπτει με την περιοχή του FIR Αθηνών.
Όσον αφορά τα ναυτικά ατυχήματα, το θέμα ρυθμίζεται από την διεθνή Σύμβαση του Αμβούργου του 1979 για την θαλάσσια έρευνα και διάσωση. Η Ελλάδα κύρωσε την σύμβαση αυτή το 1989 και με την ευκαιρία της κύρωσης έχει δηλώσει ότι θα ασκεί θαλάσσια έρευνα και διάσωση σε όλο τον χώρο του FIR Αθηνών, σύμφωνα και με την σχετική ανακοίνωση στην οποία είχε προβεί και προς τον ΙΜΟ και την πρακτική που ακολουθούσε αδιαλείπτως ήδη από το 1975. Τούτο αντικατοπτρίζει την γεωγραφική και πολιτική πραγματικότητα στην περιοχή και επιτρέπει την πλέον αποτελεσματική παροχή υπηρεσιών για την σωτηρία της ανθρώπινης ζωής.
Επίσης, η γενική διεθνής πρακτική αλλά και οι συστάσεις του ΙΜΟ και του ICAO που περιλαμβάνονται στο Διεθνές Εγχειρίδιο Αεροναυτιλιακής και Θαλάσσιας Ερευνας και Διάσωσης (International Aeronautical and Maritime Search and Rescue Manual, IAMSAR Manual) προκρίνουν την υιοθέτηση ταυτόσημων περιοχών για τη ναυτική και την αεροπορική έρευνα και διάσωση, κατά τρόπο που να συμπίπτουν με τα όρια των FIR.
Τουρκικές διεκδικήσεις
H Τουρκία, αντιτασσόμενη στην ελληνική δήλωση, κατά τη διάρκεια σύσκεψης της υποεπιτροπής του ΙΜΟ για θέματα ασφάλειας της ναυσιπλοΐας δήλωσε από πλευράς της ότι οι περιοχές ευθύνης για ναυτική έρευνα και διάσωση στην ανοιχτή θάλασσα πρέπει να οριοθετούνται με συμφωνία των ενδιαφερομένων παράκτιων κρατών και ταυτόχρονα κατέθεσε χάρτη με το Αιγαίο διαμοιρασμένο, ως ενδεικτικό των ορίων των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των τουρκικών υπηρεσιών. Η τουρκική δήλωση απερρίφθη από την Ελλάδα δυο μέρες αργότερα, επίσης κατά τη διάρκεια της προαναφερόμενης συσκέψεως.
Επιπλέον, η Τουρκία με τον Κανονισμό 88/1988 οριοθέτησε περιοχή ευθύνης της για παροχή υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης σε κινδυνεύοντα "αεροπορικά και θαλάσσια μέσα", η οποία περιλαμβάνει τμήμα του FIR Αθηνών μέχρι το μέσο περίπου του Αιγαίου, εγκλωβίζοντας μεγάλο τμήμα της ελληνικής επικράτειας εντός της τουρκικής περιοχής έρευνας και διάσωσης και αγνοώντας ότι οι περιοχές αεροπορικής έρευνας και διάσωσης απαιτούν απόφαση των αρμοδίων οργάνων του ICAO. Η περιοχή αυτή περιλαμβάνει επίσης ένα τεράστιο κομμάτι της Μαύρης Θάλασσας και ένα τμήμα της ανατολικής Μεσογείου το οποίο περιέκλειε τα παράλια των κατεχόμενων της Κύπρου.
Ποιος έχει δίκιο;
Στις 7 Απριλίου 1989, ο ICAO επιβεβαίωσε ότι οι περιοχές ευθύνης της Ελλάδος και της Τουρκίας σχετικά με την αεροναυτική έρευνα και διάσωση παραμένουν αμετάβλητες, όπως αυτές έχουν ορισθεί και συμφωνηθεί στο πλαίσιο του Οργανισμού. Επίσης, η πρόσφατη τροποποίηση του Annex 12 του ICAO για την Έρευνα και Διάσωση διατηρεί την αρχή του καθορισμού περιοχών ευθύνης με περιοχικές συμφωνίες, πράγμα που επιβεβαιώνει εμμέσως την ελληνική αρμοδιότητα για αεροπορική έρευνα και διάσωση σε ολόκληρο το FIR Αθηνών.
Παρόλα αυτά, τα τουρκικά πλοία ουδέποτε αναγνώρισαν τις ελληνικές επιχειρήσεις SAR στην θάλασσα. Έτσι σε περίπτωση ατυχήματος όχι μόνο δεν καλούν σε βοήθεια τις ελληνικές αρχές, αλλά σαμποτάριζαν το έργο της διάσωσης τους διακινδυνεύοντας την ζωή τους, ώστε να κατηγορήσουν έπειτα την Ελλάδα για αναξιοπιστία και κακή διεκπεραίωση του έργου της Έρευνας και Διάσωσης.
Γ.ΑνδρουλάκηςFIR Αθηνών
Την 7η Δεκεμβρίου 1944 υπογράφηκε στο Σικάγο η Σύμβαση περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, που προέβλεπε την ίδρυση ενός Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (International Civil Aviation Organization - ICAO). O ICAO οριοθέτησε τα όρια των περιοχών ευθύνης για τον έλεγχο του εναερίου χώρου στις χώρες μέλη του (Flight Information Region-FIR) και κατά τις Περιοχικές Συνδιασκέψεις των Παρισίων (1952) και της Γενεύης (1958) για την Πολιτική Αεροπορία καθορίσθηκαν τα όρια του FIR Αθηνών.
Η Τουρκία ήταν παρούσα και αποδέχθηκε τον καθορισμό του εναέριου χώρου για τον οποίο υπεύθυνη ορίστηκε η Ελλάδα, με το FIR Αθηνών να καλύπτει ολόκληρο τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο με βάση τα 10 ν.μ. και επιπλέον διάσπαρτα τμήματα του διεθνούς εναερίου χώρου. Το FIR, καθέτως, χωρίζεται σε κατώτερο (από την επιφάνεια της θάλασσας έως τα 24.500 πόδια) και ανώτερο (από τα 24.500 πόδια ως το διάστημα). Ελεγχόμενο FIR είναι μέχρι τα 46.000 πόδια. Πάνω από αυτό το ύψος, ισχύουν οι διατάξεις του Δικαίου του Διαστήματος.
Τα ποβλήματα στην περιοχή ξεκίνησαν μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την Ελλάδα. Έτσι, η ηγεσία της χώρας αποφάσισε να αναγνωρίζει όσα αεροσκάφη (εν προκειμένω τουρκικά) πετούν εντός του FIR Αθηνών χωρίς να έχουν υποβάλλει σχέδια πτήσεων, όχι τόσο για λόγους εναέριας κυκλοφορίας όσο για σκοπούς έγκαιρης προειδοποίησης και ασφάλειας της χώρας και αποτροπής. Η πρακτική αυτή διατηρήθηκε αμετάβλητη από όλες τις μετέπειτα κυβερνήσεις, παρά το γεγονός ότι γνωρίζαμε την αδυναμία των νομικών μας επιχειρημάτων, το υψηλό κόστος και την πλήρη αλλαγή των πολιτικοστρατιωτικών δεδομένων της περιοχής, ιδιαίτερα μετά το 1990.
Τουρκικές διεκδικήσεις
Σταθερή επιδίωση της Τουρκίας είναι ο επανακαθορισμός του FIR Αθηνών, με περιορισμό του στον έλεγχο του μισού Αιγαίου. Η πολιτική αυτή γραμμή είναι σύμφωνη με την επίδιωξη της Τουρκίας και σε ότι αφορά στην υφαλοκρηπίδα, όπου επίσης επιδιώκεται ο διαμοιρασμός του Αιγαίου μεταξύ των δύο χωρών χωρίς να υπολογίζονται τα ελληνικά νησιά με όριο τον 25ο Μεσημβρινό! Το ζήτημα αφορά τόσο τον εθνικό εναέριο χώρο, όσο και την ευθύνη για την έρευνα και διάσωση ναυαγών. Από την άνοιξη του 2007, η Τουρκία αναχαιτίζει ελληνικά αεροσκάφη όταν περνούν τον 25ο Μεσημβρινό ή όταν πλησιάζουν στην ίδια περιοχή τουρκικά αεροσκάφη που έχουν μπει παράνομα στο FΙR Αθηνών.
Στην ίδια ενότητα προκλήσεων περιλαμβάνεται η μόνιμη δέσμευση από τουρκικής πλευράς περιοχών για ασκήσεις αλλά και διαβήματα και διαμαρτυρίες για δήθεν παρενοχλήσεις και παραβιάσεις από ελληνικά μαχητικάκόντρα φυσικά στις διεθνείς συμβάσεις και τους κανονισμούς διεθνών οργανισμών. Στην ενότητα «συνδιαχείριση» που επιδιώκει να επιβάλει η Άγκυρα εντάσσεται και η αξίωσή της να επιβαίνουν Τούρκοι σε πλοία που στο πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων πραγματοποιούν επιστημονικές έρευνες στο Αιγαίο. Παράλληλη κίνηση θεωρείται και η πραγματοποίηση σεισμογραφικών ερευνών από το σκάφος «Κότσα Πίρι Ρέις» κοντά στο Καστελλόριζο τον Σεπτέμβριο toy 2007.
Ιστορική αναδρομή
Τον Αύγουστο του 1974, η Τουρκία αυθαίρετα εξέδωσε τη ΝΟΤΑΜ 714 ("ειδοποίηση προς αεροναυτιλομένους") με την οποία προσπαθούσε να επεκτείνει τον χώρο της δικαιοδοσίας της μέχρι το μέσο του Αιγαίου εντός του FIR Αθηνών. Η Ελλάδα απάντησε κηρύττοντας το Αιγαίο επικίνδυνη περιοχή (NOTAM 1157) και ο ICAO απηύθυνε έκκληση και στις δύο πλευρές χωρίς επιτυχία. Τέλος, η Άγκυρα, το 1980, και πάλι μονομερώς, ανακάλεσε τη ΝΟΤΑΜ 714 όταν διαπίστωσε ότι το μέτρο έβλαπτε τα συμφέροντά της και ιδίως τον τουρισμό. Ωστόσο, η Τουρκία έκτοτε σταμάτησε να υποβάλει σχέδια πτήσεως για τα στρατιωτικά της αεροσκάφη, με το επιχείρημα ότι η Σύμβαση του Σικάγου δεν αφορά στα κρατικά αεροσκάφη.
Η Τουρκία επικαλείται την Σύμβαση του Σικάγο λέγοντας ότι δεν είναι υποχρεωμένη να καταβάλει σχέδια πτήσης για πτήσεις πέραν της πολιτικής αεροπορίας. Επικαλείται το άρθρο 3, παρ.1 που εξαιρεί τα κρατικά αεροσκάφη (state aircrafts) και λίγο παρακάτω εντάσσει στην κατηγορία αυτή και τα στρατιωτικά. Από την πλευρά της, η Ελλάδα θεωρεί ότι η λογική αυτής της εξαίρεσης έγκειται στα αεροσκάφη που αφορούν άμεσα κράτος και κυβέρνηση, και είναι περιορισμένου αριθμού (αεροσκάφη στελεχών της κυβέρνησης, αρχηγών κρατών κλπ.). Διαφορρετικά, η έλλειψη πληροφόρησης για στρατιωτικές πτήσεις θα οδηγούσε στην αύξηση κινδύνου των διεθνών πτήσεων. Σημειώνουμε επίσης πως η Τουρκία δεν έχει την ίδια άποψη σχετικά με την υποβολή σχεδίων πτήσης όσον αφορά σε στρατιωτικά αεροσκάφη που κινούνται μέσα στο δικό της FIR αλλά σε διεθνή εναέριο χώρο, και προέρχονται από άλλες γείτονες χώρες.
Ποιος έχει δίκιο;
Το πρόβλημα σχετικά με το FIR Αθηνών περιλαμβάνει δύο παραμέτρους. Η πρώτη αφορά την επιδίωξη της Τουρκίας για τον επανακαθορισμό του με την δημιουργία μιας νέας γραμμής μεταξύ Athens - Istanbul FIR στο μέσο περίπου του Αιγαίου, περικλείοντας εναέριο χώρο ελληνικής κυριαρχίας. Το επιχείρημα που προβάλλει η Τουρκία είναι πως υπάρχει διεθνώς προηγούμενο, χώρες να έχουν εθνικό εναέριο χώρο υπό ξένο FIR. Αυτό πραγματικά ισχύει, για χώρες όμως που δεν είχαν την κατάλληλη τεχνολογία για να αναλάβουν τον έλεγχο των πτήσεων ή δεν τις συνέφερε να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια, ή δεν είχαν αεροπορία. Η Ελλάδα δεν εμπίπτει σε καμία από αυτές τις κατηγορίες.
Επίσης, η διανομή των Περιοχών Πληροφόρησης Πτήσεων δεν γίνεται βάσει των εθνικών συμφερόντων της κάθε χώρας και η αναδιανομή ζωνών ελέγχου δεν είναι ούτε εύκολη υπόθεση, ούτε συμφέρουσα για την παγκόσμια αεροναυτιλία. Ουσιαστικά, ο μόνος λόγος για την αλλαγή του FIR μιας χώρας είναι η ελλιπής διεκπεραίωση του καθήκοντος της αναφορικά στον έλεγχο των πτήσεων. Ο ICAO δεν δέχεται τις τουρκικές αιτιάσεις και το FIR Αθηνών εξακολουθεί (με την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας) να βρίσκεται στα όριο που καθορίστηκαν από το 1952 και 1958.
Η δεύτερη παράμετρος σχετίζεται με την υποχρέωση υποβολής σχεδίων πτήσεων για τα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη που πετούν εντός του FIR Αθηνών. Εδώ η κατάσταση αντιστρέφεται, αφού το FIR αποτελεί περιοχή ευθύνης και όχι χώρος κυριαρχίας, με αποτέλεσμα η διεθνής κοινότητα να μην υποστηρίζει την Ελλάδα. Άλλωστε, ο επίσημος κανονισμός του ICAO εξαιρεί από τις διατάξεις του τα κρατικά αεροσκάφη (state aircrafts), μέσα στα οποία κατατάσσονται και τα στρατιωτικά.
Τόσο οι σύμμαχοι όσο και μεμονωμένα οι ΗΠΑ πρότειναν στο παρελθόν ένα είδος σχεδίου πτήσεων μέσω των συστημάτων αεράμυνας και διοίκησης του ΝΑΤΟ. Τα στοιχεία αυτά κάλυπταν σε μεγάλο ποσοστό τις απαιτήσεις ασφάλειας και έγκυρης προειδοποίησης της χώρας μας, όμως δεν έγιναν αποδεκτά. Αυτό σημαίνει ότι η διεθνής κοινότητα κατά κανόνα διαφωνεί με την πρακτική της αναγνώρισης και αναχαίτησης των τουρκικών αεροσκαφών που εισέρχονται στο FIR Αθηνών χωρίς να παραβιάζουν τον Εθνικό Εναέριο Χώρο.
θα πρέπει τέλος να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (2 Νοεμβρίου 2004), τον Απρίλιο του 2004 το Γιουροκοντρόλ συνέταξε εγχειρίδιο για τις πτήσεις των κατασκοπευτικών αεροπλάνων χωρίς πιλότο (UVAS) και η ελληνική αντιπροσωπεία συμφώνησε να γραφεί στο εγχειρίδιο ότι όχι μόνον τα αεροσκάφη UVAS, αλλά και τα μαχητικά αεροσκάφη εξαιρούνται των κανόνων του ICAO. Με άλλα λόγια, δεν έχουν υποχρέωση να καταθέτουν σχέδια πτήσεων και τα τουρκικά μαχητικά, αλλά να πετάνε με δική τους ευθύνη (due regard).
Γ.ΑνδρουλάκηςΕλληνικά Χωρικά Ύδατα
Τα χωρικά ύδατα της Ελλάδας εκτείνονται στα 6 ν.μ. από τη φυσική ακτογραμμή, σύμφωνα με δύο νομοθετήματα για την αιγιαλίτιδα ζώνη της Ελλάδας. Πρόκειται για το άρθρο του Α.Ν. 230/1936 "περί καθορισμού αιγιαλίτιδος ζώνης της Ελλάδας" (ΦΕΚ Α' 450) και το άρθρο 139 του ΚΔΝΔ (Ν.Δ. 187/1973, ΦΕΚ Α' 261). Σε ορισμένες περιπτώσεις, το εύρος αυτό μπορεί να είναι μικρότερο από 6 ν.μ. σύμφωνα με την εφαρμογή του κανόνα της μέσης γραμμής ή συναφείς συμβατικές ρυθμίσεις.
Αυτό σημαίνει ότι όπου η απόσταση από ακτές άλλου κράτους είναι μικρότερη από το άθροισμα του εύρους των αντίστοιχων χωρικών υδάτων, η απόσταση αυτή μοιράζεται ανάμεσά τους. Αυτή είναι η περίπτωση των ανατολικών ακτών των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου. Στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου ισχύει ο εθιμικός κανόνας της μέσης γραμμής, ο οποίος είναι ενσωματωμένος στο άρθρο 15 της Σύμβασης των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982). Η οριοθέτηση στην περιοχή των Δωδεκανήσων προκύπτει συμβατικά από τη Συμφωνία της 4ης Ιανουαρίου 1932 και το Πρωτόκολλο της 28ης Δεκεμβρίου 1932 μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Η Ελλάδα υπεισήλθε ως διάδοχο κράτος στις σχετικές ρυθμίσεις των συμφωνιών αυτών, βάσει του άρθρου 14(1) της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947, που εκχωρεί την κυριαρχία των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Όπως είναι φυσικό, χωρικά ύδατα δεν έχει μόνο η ηπειρωτική χώρα αλλά και κάθε νησί. Έτσι, χωρικά ύδατα έξι μιλίων έχει ο Βόλος προς το Αιγαίο, αλλά και η Σκιάθος, σε ακτίνα έξι μιλίων γύρω από το νησί. Στην πραγματικότητα, χωρικά ύδατα έχει κάθε νησί που έχει οικονομική ζωή. Ακόμα λοιπόν και δύο κατοίκους εάν έχει ένα νησί, έχει μία ζώνη έξι μίλιων γύρω του που θεωρείται ελληνικό έδαφος. Αντιθέτως, μία βραχονησίδα χωρίς κατοίκους ή οικονομική δραστηριότητα δεν έχει αιγιαλίτιδα ζώνη.
Χώρα | Ποσοστό Αιγαίου |
---|---|
Ελλάδα | 43,5% |
Τουρκία | 7,5% |
Διεθνή ύδατα | 49% |
Η Τουρκία δεν προβάλλει αντιρρήσεις στο συγκεκριμένο θέμα, όμως αμφισβητεί την κυριότητα εκατοντάδων βραχονησίδων στο Αιγαίο οι οποίες δεν περιλαμβάνονται ονομαστικά στις συνθήκες παραχώρησής τους στην Ελλάδα. Παράλληλα, απαγορεύει την ανατροπή των υφιστάμενων συσχετισμών στο Αιγαίο, μη επιτρέποντας στην Ελλάδα να εκμεταλλευτεί οικονομικά βραχονησίδες που της ανήκουν, αλλά δεν διαθέτουν κατοίκους ή οικονομική δραστηριότητα και επομένως σήμερα δεν διαθέτουν αιγιαλίτιδα ζώνη. Σε δημοσίευμα της ΤΖΟΥΜΧΟΥΡΙΕΤ στις 6 Ιανουαρίου 1998 αναφέρεται ότι "η Άγκυρα παρακολουθεί στενά και πολύ προσεκτικά, τις πληροφορίες ότι η Ελλάδα σχεδιάζει, να παραχωρήσει σε εποικισμό ερημονήσια και βραχονησίδες του Αιγαίου". Η εφημερίδα, επικαλούμενη αρμόδιους του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών επισημαίνει ότι "Η Αθήνα επιδιώκει κάποια νέα προβοκάτσια. Κι αυτό γιατί δεν πρόκειται για μια απλή περίπτωση εγκατάστασης, αλλά για ένα σχέδιο που εντάσσεται στο γενικότερο στόχο της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα και να μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη".
Επέκταση στα 12 μίλια
Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, εθιμικό και συμβατικό, η Ελλάδα έχει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ.. Κατά την επικύρωση της Σύμβασης των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας, η χώρα μας προέβη στη δήλωση ότι "ο χρόνος και ο τόπος άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων, χωρίς τούτο να σημαίνει ούτε κατ' ελάχιστο απεμπόληση εκ μέρους της των εν λόγω δικαιωμάτων, είναι ένα ζήτημα που απορρέει από την εθνική της στρατηγική". Επιπλέον, το άρθρο 2 του Ν.2321/1995, κυρωτικού της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, προβλέπει ότι "η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 της κυρούμενης Συμβάσεως να επεκτείνει σε οποιονδήποτε χρόνο το εύρος της χωρικής θάλασσας μέχρι αποστάσεως 12 ν.μ.
Αν η Ελλάδα αυξήσει την αιγιαλίτιδά της ζώνη στα 12 μίλια, πολύ μεγαλύτερα τμήματα του Αιγαίου θα θεωρούνται πλέον ελληνικό έδαφος, σε αντίθεση με την υφιστάμενη κατάσταση όπου υπάρχουν μεγαλύτεροι διάδρομοι ανάμεσα στα νησιά (διεθνή ύδατα), στα οποία τουρκικά και άλλα πλοία μπορούν να διέρχονται ελευθέρως και χωρίς την άδεια των ελληνικών αρχών. Το δικαίωμα επεκτάσεως των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ν.μ. έχει ασκηθεί ήδη από πολλά κράτη συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας, η οποία από το 1964 έχει επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο στα 12 ν.μ.
Χώρα | Ποσοστό Αιγαίου |
---|---|
Ελλάδα | 71,5% |
Τουρκία | 8,8% |
Διεθνή ύδατα | 19,7% |
Αντίθετα, στο χώρο του Αιγαίου η Τουρκία με αφορμή τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας απείλησε ότι θεωρεί ως casus belli την ενδεχόμενη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων. Με την ευκαιρία της κύρωσης της προαναφερόμενης Σύμβασης από τη χώρα μας στις 31/5/1995, η τουρκική Εθνοσυνέλευση εξέδωσε ψήφισμα στις 8/6/1995, με το οποίο εκχωρεί στην τουρκική κυβέρνηση όλες τις αρμοδιότητες συμπεριλαμβανομένων και των στρατιωτικών, για τη διατήρηση και υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας. Το εν λόγω ψήφισμα βρίσκεται πάντα εν ισχύι, η δε Τουρκία δεν έχει ανακαλέσει την πολιτική της αυτή. H απειλή χρήσης βίας (casus belli) παραβιάζει το άρθρο 2 παρ. 4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που απαγορεύει στα κράτη μέλη την απειλή ή τη χρήση βίας στις διεθνείς σχέσεις.
Μελλοντικές εξελίξεις
Το διεθνές δίκαιο διαμορφώνεται από τα γραπτά κείμενα, αλλά και από την διεθνή πρακτική των εμπλεκομένων χωρών, ακόμα και από τις δηλώσεις των εκπροσώπων της κάθε χώρας στα διεθνή fora. Η Τουρκία λοιπόν, ενώ έχει το διεθνές δίκαιο εναντίον της, εκμεταλλευόμενη στο έπακρο όσα μπορεί να κερδίσει διά των δηλώσεων των πολιτικών της και των πράξων του στρατού της κερδίζει πόντους έναντι της Ελλάδας. Αντίθετα, οι Έλληνες ηγέτες παραλείπουν με χαρακτηριστική συνέπεια οποιαδήποτε δήλωση ότι η χώρα έχει το δικαίωμα των 12 μιλίων. Εάν αυτή η κατάσταση συνεχισθεί, τότε το διεθνές δίκαιο δέχεται ότι επικρατεί το διεθνές έθιμο και η πρακτική έναντι του γραπτού δικαίου, δηλαδή των συνθηκών. Με τον τρόπο αυτό χάνουμε ολόκληρα τετραγωνικά χιλιόμετρα θαλασσίου υπεδάφους, με πιθανόν τεράστιο πλούτο σε ορυκτά, πετρέλαια κλπ.
Ποιος έχει δίκιο
Οι διεθνείς συνθήκες είναι με το μέρος της Ελλάδας, η οποία όμως βρίσκει απέναντί της όχι μόνο την Τουρκία αλλά -σιωπηρά- και το σύνολο της διεθνούς κοινότητας που δεν δέχεται περιορισμούς στη ναυσιπλοϊα. Οποιαδήποτε επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων θα πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη της τις ανησυχίες της διεθνούς κοινότητας.
Γ.Ανδρουλάκης